Αν φεύγαν τα παράσιτα
κι άνοιγε το Μεγάλο Αυλάκι
θα ξεχυνόσουν προς τα εκεί που δείχνει
κι ο κόσμος θα σε διαπερνούσε.
Εκεί που νιώθεις την ουσία σου
που όσο μπορείς παραγεμίζεις
αν το άδειαζες
θα πέρναγε διαμέσου σου
η ουσία σου.
Κουνήσου.
Μη φοβάσαι το κενό.
Τα ερωτήματα όλα είναι ένα.
Μπορεί κάτι -ο,τιδήποτε- να υπάρξει;
Σαν έρθει η νια πατρίδα ξέχασε.
Όλα θυμίζουν, κάτι σημαίνουν
μάλλον απλώς γιατί είναι όλα οικεία.
Στη χώρα αυτών που απ’ το κεφάλι τους
σιντριβάνια ουράνια τόξα αναβλύζουν,
που ανθίζουνε στο δέρμα τους γαζίες
και ανασαίνουν ξυπνήματα,
πρώτες φορές, συνηχήσεις
περιδιαβαίνεις τις δονήσεις σαν παλμός διαχεόμενος.
Μιλάς στο περιγιάλι με τα κύματα
στο καθένα με τ’ όνομά του.
Το Αυλάκι σου αυλός που τραγουδά
την ψυχή που ρέει και ταλαντώνεται
κι εσύ γίνεσαι Εσύ
και σα ν’ αρχίζεις ν’ αχνοφαίνεσαι
μέσα απ’ το νέφος της ανυπαρξίας.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου